Ticker

6/recent/ticker-posts

Ο Θεός και οι Έλληνες

> Ο Θεός
> και οι Έλληνες
>
>
>  
>
>
>  
>
> Αυτό το
> ανέκδοτο το είπε ο πρέσβης της
> τότε Σοβιετικής Ένωσης στην
> τηλεόραση και
> κυκλοφορεί πολύ στη Ρωσία!
>
>
> Όταν ο Θεός μοίραζε
> τον κόσμο, είπε σε όλους τους
> λαούς που είχε
> φτιάξει να περάσουν μέσα στη
> βδομάδα να διαλέξουν μια χώρα να
> κατοικήσουν.
>
> «Δέχομαι μέχρι το
> Σαββάτο» τους ξεκαθάρισε. «Την
> Κυριακή θα
> ξεκουράζομαι».
>
> Δευτέρα πρωί έτρεξαν
> και στήθηκαν στην ουρά οι
> Γερμανοί. Την πρώτη
> μέρα της προθεσμίας. Κι έτσι τους
> έδωσε μια ωραία και μεγάλη χώρα
> στην καρδιά
> της Ευρώπης.
>
> Μετά από λίγο ήρθαν οι
> Κινέζοι. Ομοιόμορφα ντυμένοι και
> σε
> παράταξη. Ήταν μπόλικοι και τους
> έδωσε την Κίνα.
>
>
>
> Την Τρίτη οι Γάλλοι,
> οι Ιταλοί, οι Άγγλοι, οι
> Πορτογάλοι, οι
> Σουηδοί, οι Αμερικάνοι, οι
> Καναδοί. Πήραν όλοι από μια
> χώρα.
>
> Τετάρτη όλοι οι
> Αφρικανοί με τα πολύχρωμα ρούχα
> τους. Τους έδωσε
> ολόκληρη την όμορφη Αφρική και
> τους είπε να τη
> μοιραστούν.
>
> Την Πέμπτη πήγαν οι
> Aβορίγινες. Τους έδωσε την
> Αυστραλία.
>
> Την Παρασκευή, αφού
> τέλειωσαν με τη γραφειοκρατία,
> πήγαν οι Ρώσοι.
> Αφού είδαν τι πήραν οι άλλοι,
> συμφωνήσαν και πήραν την
> παγωμένη αλλά πανέμορφη
> Ρωσία.
>
> Το Σαββάτο ήρθαν όλες
> οι υπόλοιπες φυλές και έθνη και
> πήραν ό,τι
> περίσσεψε.
>
> Το Σάββατο βράδυ,
> αργά, έφτασαν οι Τσιγγάνοι με όλα
> τους τα παιδιά.
> Ο Θεός τους είπε ότι άργησαν πολύ
> και δεν είχε μείνει τίποτα. Ήταν
> και πολλοί,
> που να τους βάλει; Παρ’ όλα
> αυτά, επειδή ήταν μέσα στην
> προθεσμία, τους
> επέτρεψε να πάνε σε όποια χώρα
> θέλουν και να μείνουν με τους
> κατοίκους της. Κι
> έτσι απλώθηκαν παντού.
>
> Την Κυριακή ο Θεός
> κάθισε να αναπαυθεί
> ευχαριστημένος. Κατά το
> απογευματάκι βλέπει έξω από την
> πόρτα του ένα πλήθος να φωνάζει
> να του
> ανοίξουν! Ήταν οι Έλληνες, ως
> συνήθως εκπρόθεσμοι και μόλις
> μπήκαν άρχισαν τα
> παρακάλια:
>
> – Ανοιξε Θεούλη
> μου, σε παρακαλούμε, θέλουμε κι
> εμείς μια
> πατρίδα.
>
> – Τι θέλετε εδώ
> παιδιά? Δεν είπαμε ότι την
> Κυριακή
> ξεκουράζομαι?
>
> – Το ξέρουμε Θεούλη
> μου, αλλά μπερδέψαμε τις
> ημερομηνίες. Μη
> μας αφήσεις σε παρακαλούμε χωρίς
> δική μας πατρίδα σαν τους
> τσιγγάνους…
> Είμαστε νοικοκυραίοι
> εμείς.
>
> – Καλά βρε παιδιά,
> γιατί δεν ήρθατε νωρίτερα? Τώρα
> δεν
> υπάρχει τίποτα. Ούτε σπιθαμή. Τα
> έχω μοιράσει όλα.
>
> – Θεούλη μου, εμείς
> φταίμε, είδαμε ότι είχε πολύ χώρο
> κι
> είπαμε ότι θα περισσέψει και για
> μας. Και περιμέναμε να σπάσει
> λίγο ο κόσμος
> για να μην περιμένουμε στις
> ουρές… Έχουμε τόσα σπουδαία
> μυαλά, έχουμε
> πολλά να κάνουμε και να δώσουμε
> στον κόσμο… μη μας αφήσεις
> χωρίς Πατρίδα.
> Μπορεί να αργήσαμε, αλλά αν μας
> δώσεις κι εμάς, θα την
> υπερασπιζόμαστε με τη
> ζωή μας.
>
> – Τι να σας πω ρε
> παιδιά? (είπε ο Θεός ξύνοντας το
> κεφάλι
> του). Κι εσείς παιδιά μου είστε
> και μάλιστα τα πιο έξυπνα, αλλά
> πραγματικά δεν
> υπάρχει άλλος χώρος!
>
> – Σε
> παρακαλούμε.
>
> – Καλά. Τότε θα σας
> δώσω ένα μικρό κομματάκι που
> είχα
> κρατήσει για τον εαυτό μου
> !!!!!

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια